Ο ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ισμήνη
α. «ἀλλ᾽ ἐννοεῖν χρὴ τοῦτο μὲν γυναῖχ᾽ ὅτι
ἔφυμεν, ὡς προς ἄνδρας οὐ μαχουμένα».
(στίχοι 61-62)
Θα πρέπει στο νου σου να ’χεις τούτο, ότι
γεννηθήκαμε γυναίκες και δεν πρέπει να τα βάζουμε με τους άνδρες.
Η Ισμήνη έχοντας επίγνωση της φυσικής της αδυναμίας και της τραγικότητας της μοίρας της, αφού αυτοτυφλώθηκε κι έφυγε ντροπιασμένος ο πατέρας τους, αυτοκτόνησε η μητέρα τους κι αλληλοεξοντώθηκαν τα δύο αδέρφια τους, λέει στην αδερφή της Αντιγόνη κάτι απολύτως λογικό και εντελώς φυσιολογικό για την εποχή της. Υπενθυμίζει στην Αντιγόνη ότι γεννήθηκαν γυναίκες και δεν πρέπει επομένως να τα βάζουν με τους άνδρες γιατί είναι ανώτεροι στην οικογένεια, την κοινωνία και την πολιτική εξουσία. Ως γνήσιο τέκνο της εποχής της δεν τολμά να αμφισβητήσει την ανδρική κυριαρχία, πόσω μάλλον δε όταν πρόκειται για τον ίδιο τον βασιλιά, που εν προκειμένω είναι και συγγενής της. Ο λόγος της δεν ξαφνιάζει κανέναν, είναι απόρροια της φυσικής της συστολής, της ατολμίας και του συγκαταβατικού της χαρακτήρα. Δεν είναι πλασμένη από τη μαγιά των ηρώων, δεν μπορεί να συγκρουστεί με το κοινωνικό και πολιτικό κατεστημένο της εποχής της. Είναι ο χαρακτηριστικός τύπος της γυναίκας της Αθήνας, που έχει κατά νου ο Σοφοκλής. Θα ήταν ασφαλώς μια πιστή σύζυγος, αφοσιωμένη μητέρα και ιδανική αδερφή, σύμφωνα με τα πρότυπα των γυναικών στην Αθήνα δηλαδή, όπως και των περισσότερων ελληνικών πόλεων.
Στην αρχαιότητα οι γυναίκες δεν πήγαιναν σχολείο, δεν έβγαιναν από το σπίτι, ούτε κυκλοφορούσαν χωρίς τη συνοδεία υπηρέτη, δεν πήγαιναν στην αγορά, δεν παρακολουθούσαν αθλητικούς αγώνες, δε μετείχαν στις συζητήσεις των ανδρών, ούτε πήγαιναν στα συμπόσια -εκτός από τις εταίρες, που έχαιραν πολλών προνομίων- και η μόνη τους ψυχαγωγική και επιμορφωτική διέξοδος ήταν το θέατρο. Παράλληλα φρόντιζαν για την οικονομία του σπιτιού και περιορίζονταν στα καθήκοντα της νοικοκυράς, εκτός από τα αυτά της συζύγου και μητέρας βέβαια. Αυτά όλα τα υπέμειναν οι γυναίκες της εποχής καρτερικά, χωρίς να εναντιώνονται στους άνδρες για την ταπεινή τους μοίρα. Η γυναίκα ήταν ¨ύπανδρος¨ δηλαδή υπό του άνδρα, οπότε υπανδρευόταν - παντρευόταν τον άνδρα για να του γεννήσει παιδιά και να τον υπηρετεί πιστά. Τους άνδρες ενδιέφερε περισσότερο το αν θα τους κάνουν παιδιά, όπως ομολογεί κυνικά ο Κρέοντας απευθυνόμενος στην Ισμήνη στον στίχο 569:
(ἀρώσιμοι γάρ χἀτέρων εἰσίν γύαι = υπάρχουν κι άλλα χωράφια γόνιμα)
Πολύ διαφορετική όμως ήταν η εικόνα στην αρχαία Σπάρτη, όπου οι γυναίκες απολάμβαναν περισσότερη ελευθερία, εκτός από την εκτίμηση και τον σεβασμό της κοινωνίας στο πρόσωπό τους, γιατί γεννούσαν γερά παιδιά και τα γαλουχούσαν έτσι ώστε να γίνουν ανδρείοι πολεμιστές. Οι γυναίκες της Σπάρτης ήταν γυμνασμένες, σκληραγωγημένες και περισσότερο αυτόνομες. Η Ισμήνη όμως δεν είναι Σπαρτιάτισσα, δεν έχει δωρικά στοιχεία ως χαρακτήρας, όπως η Αντιγόνη. Είναι απλώς ο εαυτός της, ο ανυπόκριτος και αδύναμος, χωρίς να ντρέπεται ή να φοβάται γι’ αυτό που πιστεύει και που αντιπροσωπεύει τελικά. Αν η Αντιγόνη με την τόλμη και την αποφασιστικότητα της κερδίζει τον θαυμασμό μας, τότε η Ισμήνη με τη σεμνότητα και την ειλικρίνειά της κερδίζει τη συμπάθειά μας. Εξάλλου το λέει και η ίδια ξεκάθαρα πιο κάτω (στίχοι 78-79)
Ἰσμήνη
ἐγὼ μὲν οὐκ ἄτιμα ποιοῦμαι, τὸδε
βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος.
Εγώ δεν περιφρονώ (τους θεϊκούς νόμους), όμως είμαι από τη φύση μου
ανίκανη να κάνω κάτι ενάντια στη θέληση των πολιτών.
β. « τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα». (στίχοι 67-68)
Το να κάνεις πράγματα πάνω από τις δυνάμεις σου δεν έχει κανένα νόημα.
γ. «ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα».. (στίχος 92)
Καθόλου όμως δεν πρέπει κανείς να κυνηγάει τα αδύνατα.
Η Ισμήνη κλείνοντας την επιχειρηματολογία της και καταβάλλοντας την ύστατη προσπάθεια να αποτρέψει την αδερφή της από την ταφή του Πολυνείκη και τον θάνατο που την απειλεί, επικαλείται τη λαϊκή σοφία μήπως και τη μεταπείσει. Αναφέρεται στην αίσθηση του μέτρου των δυνατοτήτων μας, που δεν πρέπει ποτέ να υπερεκτιμούμε για να κάνουμε όσα υπερβαίνουν τα όρια του εαυτού μας. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στη σύνεση, την εγκράτεια και τον αυτοέλεγχο των ανθρώπων και ονόμαζαν μέτρο τα αυτονόητα όρια των αναγκών μας όπως και των δυνατοτήτων μας. Δεν έπρεπε να επιδιώκουν τη διάκριση ή την υπεροχή έναντι των άλλων από φιλοδοξία ή εγωισμό. Έπρεπε να έχουν επίγνωση των δυνατοτήτων τους χωρίς αλαζονεία και των αδυναμιών τους χωρίς μοιρολατρία. Η λογική του μέτρου σε κάθε δραστηριότητα είτε ατομική, είτε συλλογική φανέρωνε άνθρωπο με σωφροσύνη και εσωτερική πειθαρχία, γι’ αυτό όσοι υπερέβαιναν τα κοινά μέτρα ή τα όριά τους θα μπορούσαν να θεωρηθούν υβριστές (αμετρία = ύβρις) δηλαδή αλαζόνες και θα οδηγούνταν στην τίσιν = τιμωρία από τους θεούς. Ο Προμηθέας παραβιάζοντας τα δώματα των θεών και κλέβοντας τη φωτιά, καταδικάζεται από τους θεούς ως υβριστής γιατί υπερέβη τα ανθρώπινα όριά του. Σε κάθε περίπτωση όσοι ξεπερνούσαν τα μέτρα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άφρονες, παρορμητικοί, ασταθείς, υπερβολικά φιλόδοξοι και σπάνια ως ήρωες, αν κατάφερναν τελικά αυτό που επιδίωκαν αψηφώντας ακόμα και τον κίνδυνο για τη ζωή τους. Έτσι κι εδώ η Αντιγόνη χαρακτηρίζεται ηρωίδα, γιατί θεωρείται ¨τρέλα¨ αυτό που πάει να κάνει και ενώ ξέρει ότι την περιμένει βασανιστικός θάνατος και μάλιστα ατιμωτικός με δημόσιο λιθοβολισμό. Αντίθετα η Ισμήνη είναι περισσότερο χοϊκή και στωική από την αδερφή της.
Παράλληλες διατυπώσεις από την αρχαία ελληνική σοφία είναι το «μέτρον άριστον» που αποδίδεται στον Κλεόβουλο τον Λίνδιο και το «μηδέν άγαν» (τίποτε πολύ) που ήταν δελφικό ρητό. Ανάλογη σύσταση μετριοπαθούς, ατάραχης και νηφάλιας ζωής χωρίς υπερβολές απήυθυνε ο Επίκουρος με τη ρήση «λάθε βιώσας» δηλαδή πέρνα απαρατήρητος ή ζήσε χωρίς ακρότητες.
Στην αρχαιότητα οι γυναίκες δεν πήγαιναν σχολείο, δεν έβγαιναν από το σπίτι, ούτε κυκλοφορούσαν χωρίς τη συνοδεία υπηρέτη, δεν πήγαιναν στην αγορά, δεν παρακολουθούσαν αθλητικούς αγώνες, δε μετείχαν στις συζητήσεις των ανδρών, ούτε πήγαιναν στα συμπόσια -εκτός από τις εταίρες, που έχαιραν πολλών προνομίων- και η μόνη τους ψυχαγωγική και επιμορφωτική διέξοδος ήταν το θέατρο. Παράλληλα φρόντιζαν για την οικονομία του σπιτιού και περιορίζονταν στα καθήκοντα της νοικοκυράς, εκτός από τα αυτά της συζύγου και μητέρας βέβαια. Αυτά όλα τα υπέμειναν οι γυναίκες της εποχής καρτερικά, χωρίς να εναντιώνονται στους άνδρες για την ταπεινή τους μοίρα. Η γυναίκα ήταν ¨ύπανδρος¨ δηλαδή υπό του άνδρα, οπότε υπανδρευόταν - παντρευόταν τον άνδρα για να του γεννήσει παιδιά και να τον υπηρετεί πιστά. Τους άνδρες ενδιέφερε περισσότερο το αν θα τους κάνουν παιδιά, όπως ομολογεί κυνικά ο Κρέοντας απευθυνόμενος στην Ισμήνη στον στίχο 569:
(ἀρώσιμοι γάρ χἀτέρων εἰσίν γύαι = υπάρχουν κι άλλα χωράφια γόνιμα)
Πολύ διαφορετική όμως ήταν η εικόνα στην αρχαία Σπάρτη, όπου οι γυναίκες απολάμβαναν περισσότερη ελευθερία, εκτός από την εκτίμηση και τον σεβασμό της κοινωνίας στο πρόσωπό τους, γιατί γεννούσαν γερά παιδιά και τα γαλουχούσαν έτσι ώστε να γίνουν ανδρείοι πολεμιστές. Οι γυναίκες της Σπάρτης ήταν γυμνασμένες, σκληραγωγημένες και περισσότερο αυτόνομες. Η Ισμήνη όμως δεν είναι Σπαρτιάτισσα, δεν έχει δωρικά στοιχεία ως χαρακτήρας, όπως η Αντιγόνη. Είναι απλώς ο εαυτός της, ο ανυπόκριτος και αδύναμος, χωρίς να ντρέπεται ή να φοβάται γι’ αυτό που πιστεύει και που αντιπροσωπεύει τελικά. Αν η Αντιγόνη με την τόλμη και την αποφασιστικότητα της κερδίζει τον θαυμασμό μας, τότε η Ισμήνη με τη σεμνότητα και την ειλικρίνειά της κερδίζει τη συμπάθειά μας. Εξάλλου το λέει και η ίδια ξεκάθαρα πιο κάτω (στίχοι 78-79)
Ἰσμήνη
ἐγὼ μὲν οὐκ ἄτιμα ποιοῦμαι, τὸδε
βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος.
Εγώ δεν περιφρονώ (τους θεϊκούς νόμους), όμως είμαι από τη φύση μου
ανίκανη να κάνω κάτι ενάντια στη θέληση των πολιτών.
β. « τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα». (στίχοι 67-68)
Το να κάνεις πράγματα πάνω από τις δυνάμεις σου δεν έχει κανένα νόημα.
γ. «ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα».. (στίχος 92)
Καθόλου όμως δεν πρέπει κανείς να κυνηγάει τα αδύνατα.
Η Ισμήνη κλείνοντας την επιχειρηματολογία της και καταβάλλοντας την ύστατη προσπάθεια να αποτρέψει την αδερφή της από την ταφή του Πολυνείκη και τον θάνατο που την απειλεί, επικαλείται τη λαϊκή σοφία μήπως και τη μεταπείσει. Αναφέρεται στην αίσθηση του μέτρου των δυνατοτήτων μας, που δεν πρέπει ποτέ να υπερεκτιμούμε για να κάνουμε όσα υπερβαίνουν τα όρια του εαυτού μας. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στη σύνεση, την εγκράτεια και τον αυτοέλεγχο των ανθρώπων και ονόμαζαν μέτρο τα αυτονόητα όρια των αναγκών μας όπως και των δυνατοτήτων μας. Δεν έπρεπε να επιδιώκουν τη διάκριση ή την υπεροχή έναντι των άλλων από φιλοδοξία ή εγωισμό. Έπρεπε να έχουν επίγνωση των δυνατοτήτων τους χωρίς αλαζονεία και των αδυναμιών τους χωρίς μοιρολατρία. Η λογική του μέτρου σε κάθε δραστηριότητα είτε ατομική, είτε συλλογική φανέρωνε άνθρωπο με σωφροσύνη και εσωτερική πειθαρχία, γι’ αυτό όσοι υπερέβαιναν τα κοινά μέτρα ή τα όριά τους θα μπορούσαν να θεωρηθούν υβριστές (αμετρία = ύβρις) δηλαδή αλαζόνες και θα οδηγούνταν στην τίσιν = τιμωρία από τους θεούς. Ο Προμηθέας παραβιάζοντας τα δώματα των θεών και κλέβοντας τη φωτιά, καταδικάζεται από τους θεούς ως υβριστής γιατί υπερέβη τα ανθρώπινα όριά του. Σε κάθε περίπτωση όσοι ξεπερνούσαν τα μέτρα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άφρονες, παρορμητικοί, ασταθείς, υπερβολικά φιλόδοξοι και σπάνια ως ήρωες, αν κατάφερναν τελικά αυτό που επιδίωκαν αψηφώντας ακόμα και τον κίνδυνο για τη ζωή τους. Έτσι κι εδώ η Αντιγόνη χαρακτηρίζεται ηρωίδα, γιατί θεωρείται ¨τρέλα¨ αυτό που πάει να κάνει και ενώ ξέρει ότι την περιμένει βασανιστικός θάνατος και μάλιστα ατιμωτικός με δημόσιο λιθοβολισμό. Αντίθετα η Ισμήνη είναι περισσότερο χοϊκή και στωική από την αδερφή της.
Παράλληλες διατυπώσεις από την αρχαία ελληνική σοφία είναι το «μέτρον άριστον» που αποδίδεται στον Κλεόβουλο τον Λίνδιο και το «μηδέν άγαν» (τίποτε πολύ) που ήταν δελφικό ρητό. Ανάλογη σύσταση μετριοπαθούς, ατάραχης και νηφάλιας ζωής χωρίς υπερβολές απήυθυνε ο Επίκουρος με τη ρήση «λάθε βιώσας» δηλαδή πέρνα απαρατήρητος ή ζήσε χωρίς ακρότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου