Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

Μίλτος Σαχτούρης: Η ποίηση και η ζωγραφική

Ενιαία εξέταση Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας στη Γ΄ Λυκείου


Κριτήριο αξιολόγησης:13ο                               
                                                     

                               

Κείμενο 1ο: Μίλτος Σαχτούρης, συνέντευξη. 

- Σε τι αποδίδετε σεις τη στροφή που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια προς την ποίησή σας, τόσο από την πλευρά μιας μεγάλης μερίδας των κριτικών όσο και από την πλευρά του αναγνωστικού κοινού; 
- Δεν είναι η πρώτη φορά που ένας ποιητής άργησε να επικοινωνήσει με τους κριτικούς και με το κοινό. Πολλών μάλιστα ποιητών η επικοινωνία αυτή έγινε όταν δεν βρίσκονταν πια στη ζωή. Απ’ την άλλη μεριά, επί πολλά χρόνια τα βιβλία μου δεν υπήρχαν στην αγορά κι έτσι η νεότατη γενιά δεν μπορούσε να βρει τα ποιήματά μου για να διαβάσει. 
- Στην ποίησή σας διακρίνει κανείς μια έντονη εικονοποιία. Υπάρχει κάποιος ζωγράφος που να αισθάνεστε ότι συγγενεύετε μαζί του; 
- Γενικά έχω μεγάλη αγάπη για τη ζωγραφική· αισθάνομαι ιδιαίτερη συγγένεια με τους ζωγράφους: Μυνχ, Ρουώ, Κλέε, Μαρκ Σαγκάλ, Μπουζιάνη. Αγαπώ όμως κι άλλους ζωγράφους έστω κι αν δεν συγγενεύω μαζί τους. 
- Σ’ ένα ποίημά σας γράφετε: «είδα τον ποιητή και γύρω του να λάμπει το κενό». Αν συνδυάσουμε τους στίχους σας αυτούς με τη γνωστή σε όλους απομόνωσή σας, συνθήκες που σας επιβλήθηκαν ή που επιλέξατε σας οδήγησαν σ’ αυτήν; 
- Η «απομόνωσή» μου, όπως την ονομάζετε, δεν έχει άμεση τουλάχιστον, σχέση με τον στίχο που αναφέρετε. Πολλά άλλωστε άτομα ζουν μοναχικά δίχως να είναι ποιητές· αφ’ ετέρου όλοι οι αληθινοί ποιητές αισθάνονται αυτό το «κενό». Έστω κι αν δεν είναι φανερά μοναχικοί, αν δεν φαίνονται και δεν φέρονται δηλαδή σαν μοναχικοί, γιατί όλοι οι ποιητές ζουν στη μοναξιά. Απ’ αυτήν και η μη προσαρμογή τους στα πράγματα. Ο ποιητής χρειάζεται να κάνει πέντε βήματα εκεί που ο άλλος άνθρωπος χρειάζεται μόνο ένα. Είναι τα τεράστια φτερά του «Αλμπατρός» του Μπωντλαίρ που σέρνονται χάμω και δεν τον αφήνουν να περπατήσει. 
- Με μια πρώτη ανάγνωση η ποίησή σας φαίνεται σουρεαλιστική, αλλά σε μια προσεκτικότερη μελέτη διακρίνει κανείς σύμβολα που μπορούν ν’ αποκρυπτογραφηθούν. Ποια πιστεύετε σεις ότι είναι η σχέση σας με τον σουρεαλισμό; 
- Ο υπερρεαλισμός (η λέξη σουρεαλισμός δε μου αρέσει· απ’ αρχής κι ακόμα τώρα τη μεταχειρίζομαι συνήθως εμπαικτικά), ο υπερρεαλισμός λοιπόν κατά τη γνώμη μου υπήρξε κοινή μοίρα για όλους τους νεότερους ποιητές του κόσμου. Δε θα μπορούσε άλλωστε αυτή η τεράστια ελευθερία να μη γίνει λεία όλων των ζωντανών ταλέντων. Ακόμα και σε ποιητές που σε πρώτη ματιά δεν έχουν σχέση με τον υπερρεαλισμό, αν υπήρχε κατάλληλο μηχάνημα εξακριβώσεως, θα έβρισκε στοιχεία υπερρεαλιστικά. 
- Όλοι οι ποιητές της ηλικίας σας και της γενιά σας μιλούν με πάθος και μ’ αφοσίωση – σεις μάλιστα του έχετε αφιερώσει και δυο ποιήματα – για έναν άνθρωπο που έφυγε (που αυτοκτόνησε) χωρίς να αφήσει κανένα έργο, για τον Γιώργο Μακρή. Πώς γίνεται να επηρεάζει έτσι έντονα την πνευματική μας ζωή ένας άνθρωπος, που με τίποτα δεν είναι αισθητός στους νεότερους, αυτούς που δεν έτυχε να τον γνωρίσουν; 
- Δεν νομίζω πως είναι εύκολο να μιλήσουμε γι’ αυτόν τον παράξενο, γοητευτικό και βασανισμένο άνθρωπο. Έχω άλλωστε πληροφορίες ότι βρέθηκαν πολλά κείμενά του (ποιήματα και πεζά). Όσο για τα ποιήματα που του αφιέρωσα εγώ, είναι από φιλία, ίσως και από τύψεις, ότι δεν τον πρόσεξα όσο του άξιζε όταν βρισκόταν ακόμα μεταξύ μας. 
                                                                              (Μάης 1981, συνέντευξη του ποιητή)   


Κείμενο 2ο:  Μίλτος Σαχτούρης
                           
                         Το κεφάλι του ποιητή

                        Έκοψα το κεφάλι μου

                        το ’βαλα σ’ ένα πιάτο
                        και το πήγα στο γιατρό μου

                        —Δεν έχει τίποτε, μου είπε,          

                        είναι απλώς πυρακτωμένο                           5
                        ρίξε το μέσα στο ποτάμι και θα ιδούμε

                        το ’ριξα στο ποτάμι μαζί με τους βατράχους

                        τότε είναι που χάλασε τον κόσμο
                        άρχισε κάτι παράξενα τραγούδια                    
                        να τρίζει φοβερά και να ουρλιάζει               10

                        το πήρα και το φόρεσα πάλι στο λαιμό μου
                        γύριζα έξαλλος τους δρόμους
                        με πράσινο εξαγωνομετρικό κεφάλι ποιητή 

                                                                         «Το σκεύος» (1971)

Marc Chagall (1889-1985), "Ο δολοφόνος", (1910)
                                                                    
                                         
  
Κείμενο 3ο: Εικαστικό 

Marc Chagall (1889-1985), "Ο ποιητής", (1911). Μουσείο Τεχνών, Φιλαδέλφεια



Ερωτήσεις:


(Κείμενο 1ο)
1. Να αποδώσετε περιληπτικά το πώς περιγράφει ο ποιητής τη σχέση του με τη ζωγραφική και τον σουρεαλισμό στο κείμενο 1 (50-60 λέξεις). 
                                                                                             Μονάδες 15 

2. Με ποιον τρόπο ερμηνεύει τη σχέση του με τη μοναξιά ο ποιητής; Τι εννοεί λέγοντας: «ο ποιητής χρειάζεται να κάνει πέντε βήματα εκεί που ο άλλος άνθρωπος χρειάζεται μόνο ένα»; (150 λέξεις)                                                                        Μονάδες 20 (10+10) 

(Κείμενα 1ο, 2ο, 3ο) 
3. Πώς «συνομιλούν» μεταξύ τους και τα 3 κείμενα; Ποια είναι η ιδιαίτερη σχέση που τα συνδέει; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας με αναφορές και στα τρία κείμενα. 
                                                                                            Μονάδες 20

(Κείμενο 2ο)
4. Να εξηγήσετε την επιλογή του τίτλου του ποιήματος. Με βάση τους κειμενικούς δείκτες του ποιήματος (εικόνες και το ρηματικό πρόσωπο που κυριαρχεί) να προσδιορίσετε τους λόγους που εξηγούν τη διάθεση και τη συμπεριφορά αυτή του ποιητή. 
                                                                                           Μονάδες 15

Παραγωγή Λόγου: Με αφορμή και τα τρία κείμενα να γράψετε ένα στοχαστικό δοκίμιο για την ανάγκη έκφρασης της ελευθερίας στην τέχνη με τη δύναμη της φαντασίας (350-400 λέξεις).     
                                                                                           Μονάδες 30