Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Η αρχή της ανεκτικότητας

 
                                                                                                          Παπατσίρος Απόστολος
                                                                                                                      φιλόλογος
                                          Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 

   Στον σύγχρονο ανοικτό και διεθνοποιημένο ορίζοντα με τις ελεύθερες μετακινήσεις πληθυσμών στις ποικιλόμορφες κοινωνίες της Δύσης, οι άνθρωποι έμαθαν να ζουν με την ανασφάλεια που γεννούν οι ξενοφοβικές τάσεις και η παράλογη βία κατά μεταναστών. Το μόνο παρήγορο σημάδι σ’ αυτή τη δυσμενή κατάσταση είναι η προβολή του αιτήματος της ανεκτικότητας, τόσο από διεθνείς οργανισμούς και ανθρωπιστικές οργανώσεις ανά τον κόσμο, όσο κι από πιο ψύχραιμες φωνές στο εσωτερικό των κοινωνιών αυτών. Ωστόσο αυτή η αρχή της ανεκτικότητας δεν είναι μια καινούργια ιδέα, ούτε προέκυψε έτσι ξαφνικά, τώρα που γίναμε ξενοφοβικοί, ούτε αφορά μόνο διαφορετικούς λαούς και πολιτισμούς, αντίθετα ως αρετή θεωρείται διαχρονική και εκφράζει όλο το φάσμα των ανθρώπινων σχέσεων. 

ΟΡΙΣΜΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ: 

   Ανεκτικότητα σημαίνει αποδοχή της διαφορετικότητας και των δικαιωμάτων του άλλου. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα ανέχομαι κι εκφράζει αυτή ακριβώς τη διάθεση να σεβόμαστε τους άλλους και να μην περιορίζουμε τις δυνατότητες ή τις ελευθερίες, που τους δίνει ο νόμος ή η ίδια η φύση της ζωής. Ως έννοια πηγάζει από το παρελθόν και τις πλούσιες πηγές ανθρωπιστικής σοφίας των λαών της ανατολής, του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου, υπάρχει στο κήρυγμα αγάπης του χριστιανισμού  κι εμπνέει όλα τα νεότερα στοχαστικά κοινωνικά κινήματα στο δυτικό κόσμο, όπως ο ουμανισμός της Αναγέννησης, η θρησκευτική Μεταρρύθμιση και ο Διαφωτισμός. 

   Η ανεκτικότητα προς τους διαφορετικούς λαούς και πολιτισμούς υπήρχε σε όλες τις μεγάλες πολυεθνικές αυτοκρατορίες της ιστορίας, από την ανάγκη πολιτικής επιβίωσης και διοίκησης του αχανούς κράτους, αλλά και ειρηνικής συνύπαρξης ανθρώπων διαφορετικών εθνοτήτων. Από την αρχαία περσική αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών, με τις είκοσι σατραπείες, που ήταν αυτόνομες μεν, αλλά φόρου υποτελείς δε στον Μεγάλο Πέρση Βασιλέα, έως και την οθωμανική αυτοκρατορία, όπου συμβίωναν -με διακριτές ελευθερίες- διαφορετικές εθνότητες, όπως Έλληνες, Πόντιοι, Αρμένιοι, Αρβανίτες, Εβραίοι, Σέρβοι, Βλάχοι κ.α κάτω από την εξουσία της υψηλής Πύλης. 

   Τα πράγματα όμως άλλαξαν, όταν μετά τους εθνικούς αγώνες ανεξαρτησίας των περισσότερων λαών κατά τον 18ο-19ο αιώνα δημιουργήθηκαν τα νεότερα κράτη, τα οποία και οριστικοποίησαν τα σύνορά τους τον 20ο αιώνα, μετά τους δύο Παγκοσμίους πολέμους. Παράλληλα όμως με την ¨εθνική ιδέα¨ των λαών σφυρηλατήθηκε και το αίτημα της εθνικής κυριαρχίας, που θα πήγαζε από την εθνική ομοιογένεια ή και τη φυλετική ¨καθαρότητα¨ της σύνθεσης τους, οπότε οι κάθε λογής διαφορετικοί πληθυσμοί τέθηκαν στο περιθώριο και υφίσταντο διακρίσεις ή και συνεχείς διώξεις. Η διάδοση των ρατσιστικών θεωριών κατά τον 19ο αιώνα και η άνοδος του εθνικισμού-φασισμού κατά τον 20ο αιώνα με την επιβολή ολοκληρωτικών καθεστώτων, επέτειναν το αδιέξοδο στις σχέσεις διαφορετικών λαών, που συμβίωναν στο ίδιο κράτος προκαλώντας άλλοτε διώξεις, όπως πογκρόμ εναντίον Εβραίων και άλλοτε ¨εμφύλιες¨ συγκρούσεις, όπως στην πρώην Γιουγκοσλαβία. 

Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ: 

1) Σε ατομικό επίπεδο ο άνθρωπος αναγνωρίζει την ανάγκη να συνυπάρξει αρμονικά με τους άλλους και αντιμετωπίζει με σύνεση, ηρεμία και ψυχραιμία διάφορα ζητήματα και δυσάρεστες καταστάσεις της καθημερινότητάς του, που διαφορετικά θα του προκαλούσαν ένταση ή θυμό. Αντιλαμβάνεται τις ιδιαίτερες ανάγκες και τις επιθυμίες των άλλων και εκφράζει τη διάθεση κατανόησης αλλά και συνεργασίας μαζί τους, είτε αυτοί είναι οικεία πρόσωπα, είτε άλλοι ένοικοι της πολυκατοικίας, γείτονες, φίλοι, γνωστοί, συνεργάτες στη δουλειά ή και άγνωστοι στο δρόμο. 

2) Σε κοινωνικό επίπεδο αποφεύγονται οι ανώφελες αντιπαραθέσεις, οι λογομαχίες και γενικώς οι προστριβές που δυσκολεύουν τη συμβίωσή μας και διαταράσσουν την κοινωνική γαλήνη. Ο κάθε άνθρωπος, που θέλει να ενταχθεί ομαλά στην κοινωνική δραστηριότητα και να αναλάβει ρόλο ευθύνης, υιοθετεί ήπια στάση γενικώς και αποδέχεται όχι μόνο τις δικές του υποχρεώσεις, αλλά και τα δικαιώματα των άλλων, αυτά που και ο ίδιος αξιώνει για τον εαυτό του. Έτσι σέβεται το δικαίωμα του άλλου να έχει διαφορετικό τρόπο σκέψης, διαφορετική πολιτική ή άλλη ιδεολογία και ηθική άποψη για τη ζωή χωρίς να ενοχλείται γι αυτό και να τον αποστρέφεται ή να αντιδρά βίαια εις βάρος του. 

3) Η ανεκτικότητα έναντι των ξένων ή όσων έχουν εντελώς διαφορετικά ήθη και αντιλήψεις λόγω κουλτούρας ή προσωπικής επιλογής, συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην καταπολέμηση της ξενοφοβίας, την απαξίωση οποιασδήποτε ρατσιστικής ιδεολογίας με φυλετικό ή κοινωνικό στίγμα και την καταδίκη κάθε βίαιης συμπεριφοράς εναντίον τους. 

Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ: 

   Η οικογένεια είναι ένα καθημερινό πεδίο δράσης για μικρούς και μεγάλους, που δοκιμάζει τη διάθεση και την ικανότητα μας να ανταποκριθούμε σε διαφορετικούς ρόλους, ξεχωριστές ανάγκες και απαιτήσεις, που γίνονται έτσι υποχρεώσεις. Για να συμβιώνουν αρμονικά οι δύο σύζυγοι, πέρα από τις αυτονόητες ελευθερίες και την αγάπη -που είναι και το ιδανικό- πρέπει να υπάρχουν και ηθικές αρχές όπως η ανεκτικότητα, η αλληλοκατανόηση, ο αμοιβαίος σεβασμός, η υπομονή, η ήρεμη και καλή διάθεση, ώστε να μην υπάρχουν και ¨τριβές¨ στη σχέση τους από τη συνύπαρξη αυτή στον ίδιο χώρο. Η αρμονική σχέση των δύο συζύγων καθιστά τη συμβίωση τους πρότυπο σχέσης για τα παιδιά, τα οποία επίσης κατανοούν την ανάγκη να μιμηθούν τους γονείς τους, ώστε να νιώθουν εκτός από αγάπη, την ίδια θαλπωρή στο σπίτι και να συμπεριφέρονται με τις ίδιες αρχές αμοιβαίου σεβασμού και ανοχής μεταξύ τους. Η ανεκτικότητα από τους μεγαλύτερους είναι απαραίτητη εξάλλου σε κάθε ξέσπασμα θυμού ή σε κάθε διαταραχή της οικογενειακής γαλήνης από τα πολλά προβλήματα εφηβείας ή τις δυσκολίες της ενήλικης ζωής μας, προκειμένου να επανέλθει η ηρεμία. 

Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: 

   Το πνεύμα ανεκτικότητας στο σχολείο είναι μια γνήσια δημοκρατική αρχή, που επιβάλλεται να υπάρχει στην τάξη γιατί ενθαρρύνει την ελευθερία λόγου, επιτρέπει τη διαφορετική άποψη και τη διαφωνία στον διάλογο και καλλιεργεί την κριτική στάση γενικά, χωρίς τον φόβο σχολιασμού ή προκατάληψης από τους άλλους μαθητές και αποδοκιμασίας από τον δάσκαλο. Η ανεκτικότητα είναι ¨εκ των ων ουκ άνευ¨ συνθήκη στη διαδικασία αγωγής και μάθησης, γιατί τα περισσότερα σχολεία σήμερα έχουν μια διαπολιτισμική διάσταση, οπότε θα πρέπει να γίνει αποδεκτό από όλους μας, γονείς, μαθητές κι εκπαιδευτικούς, το δικαίωμα στη διαφορετικότητα για να περιοριστούν τα κρούσματα ρατσιστικής βίας και οι απειλές κατά μαθητών (bullying). Έτσι διασφαλίζονται στην πράξη οι ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στη βασική εκπαίδευση, το δικαίωμα γνώσης, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών και η ισότιμη μεταχείριση από την πολιτεία. 

   Ο δάσκαλος πρέπει να είναι ανεκτικός στη διατύπωση διαφορετικών απόψεων από τους μαθητές του, να ενθαρρύνει τον ελεύθερο διάλογο και να δέχεται τον εναλλακτικό τόπο σκέψης ή γλωσσικής έκφρασης, που αυτοί χρησιμοποιούν, ακόμα κι αν διαφωνεί. Έτσι με το παράδειγμά του θα τους εμπνεύσει τον σεβασμό στις αρχές του διαλόγου και της δημοκρατίας, θα τους πείσει να είναι διαλεκτικοί και όχι φλύαροι στη ζωή τους, διαλλακτικοί και όχι εμπαθείς, να αναζητούν την αλήθεια και τη γνώση χωρίς περιορισμούς ή αποκλεισμούς των άλλων, ώστε να γίνουν και μελλοντικά, ενεργοί πολίτες με κριτική σκέψη, άποψη και συναίσθηση κοινωνικής ευθύνης. 

   Η ανεκτικότητα στην εκπαίδευση επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία ιδεών, αλλά δεν αναιρεί την ανάγκη της πειθαρχίας ή της τάξης στο μάθημα. Ανεκτικότητα δε σημαίνει ότι επιτρέπεται η ασέβεια ή ότι συγχωρείται η παρεκτροπή. Είναι δυνατότητα και όχι αδυναμία του δημοκρατικού σχολείου ή του δημοκρατικού δασκάλου. Σε κάθε περίπτωση κατάχρησης και απαξίωσης του δικαιώματος αυτού, θα πρέπει να επιβάλλεται η τάξη με τον κατάλληλο παιδαγωγικά τρόπο. Η ανεκτικότητα των δασκάλων και καθηγητών δε θα πρέπει να καταντάει ατιμωρησία. 

Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: 

  Η ανεκτικότητα στην ελεύθερη διακίνηση ιδεών και ιδεολογιών, στην ελευθερία λόγου και την επιλεκτική άσκηση νομίμων δικαιωμάτων από πρόσωπα, κόμματα ή οργανώσεις, είναι βασική προϋπόθεση για την εδραίωση και καλή λειτουργία της δημοκρατικής πολιτείας, ειδάλλως μιλάμε για αυταρχική νοοτροπία και συμπεριφορά. Οι αρχές της ανεκτικότητας είναι όλη η ουσία και η φιλοσοφία που ξεχωρίζουν τη δημοκρατία ως το δικαιότερο πολίτευμα και υπέρτερο τρόπο ζωής. 

  Η δημοκρατία είναι το πιο ανεκτικό, το πιο παραχωρητικό και φιλελεύθερο πολίτευμα, αυτό που επιτρέπει σε όλα τα κόμματα, που αποδέχονται τη συνταγματική νομιμότητα, να εκφράζουν εντελώς διαφορετικές ιδεολογίες ή απόψεις, να κατέρχονται στις εκλογές, να διαδηλώνουν, να διεκδικούν κοινωνικά αιτήματα και να μετέχουν στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Η δημοκρατία είναι επίσης ανεκτική και απέναντι στις διάφορες κοινωνικές ή πολιτικές οργανώσεις, που έχουν καταστατικές αρχές λειτουργίας και φανερές προθέσεις, εάν κινούνται στο πλαίσιο συνταγματικής νομιμότητας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις δείχνει μεγαθυμία ακόμα και στους εχθρούς της. 

Η ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ: 

1) Όταν οι άνθρωποι κατανοούν την αναγκαιότητα της ανεκτικότητας στις μεταξύ τους σχέσεις, υιοθετούν ανάλογη κοσμοαντίληψη και για τις ευρύτερες διακρατικές ή διεθνείς σχέσεις και κατά συνέπεια και οι λαοί διαπνέονται από το πνεύμα ειρήνης, φιλίας και συνεργασίας με τα άλλα έθνη. Έτσι αποφεύγονται οι ρήξεις των σχέσεών και τα διπλωματικά αδιέξοδα μεταξύ των κρατών, που κάνουν την ειρήνη επισφαλή στις μέρες μας. Επιπλέον αποτρέπονται οι επικίνδυνες εντάσεις στο εσωτερικό των κοινωνιών με διάφορες εθνικές μειονότητες, που θα μπορούσαν να εμπλέξουν τη χώρα σε έναν κύκλο βίας και αίματος με απρόβλεπτες εξελίξεις -ακόμα και με διάσπαση- αφού θα έχει ήδη διασαλευτεί η έννομη τάξη και η ασφάλεια. 

2) Η ανεκτικότητα απέναντι σε διαφορετικούς λαούς επιβάλλεται σε πολλά κράτη, που από παλιά έχουν πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα, που συνυπάρχουν δηλαδή λαοί, φυλές και κοινωνικές ομάδες -ακόμα και σε γκέτο- με εντελώς διαφορετική εθνική ταυτότητα, καταγωγή, θρησκεία, γλώσσα και παράδοση. Τα παραδείγματα αφθονούν συνθέτοντας σε πολλά σημεία του πλανήτη ένα εκρηκτικό μείγμα εθνικών αντιθέσεων ή φυλετικών διεκδικήσεων, που συχνά οδηγεί σε αιματοχυσία. Η Αίγυπτος στη μετά Μουμπάρακ εποχή, διχάζεται ανάμεσα σε διαφορετικές φυλές και θρησκείες και συγκλονίζεται από φαινόμενα ακραίας βίας, ανάλογα μ’ αυτά που συμβαίνουν στη Συρία, το Πακιστάν, την Ινδία ή συνέβησαν στο παρελθόν στη Σρι Λάνκα, την Καμπότζη κι άλλα κράτη της Ανατολής. Στον αντίποδα όλων αυτών, παράδειγμα ανεκτικότητας, αρμονικής συνύπαρξης και αγαστής συνεργασίας ανθρώπων με διαφορετική εθνική προέλευση, είναι σήμερα οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης, όπως συμβαίνει χαρακτηριστικά στο Βέλγιο, που κατοικείται παραδοσιακά από Βαλλόνους και Φλαμανδούς. Επομένως αν αναζητούμε ένα ισχυρό αντίδοτο για την καταπολέμηση της απειλής του ρατσισμού, του φασισμού, του εθνικισμού αλλά και της ανθρωπιστικής κρίσης των ημερών μας, αυτό είναι η ανεκτικότητα απέναντι σε διαφορετικούς από μας, ανθρώπους και λαούς. 

3) Η ανεκτικότητα στον ελεύθερο προσδιορισμό του τρόπου ζωής ανθρώπων και κοινωνιών, που πηγάζει κυρίως από τη θρησκεία και την εθνική τους παράδοση, είναι προϋπόθεση για την ύπαρξη και τη διατήρηση καλών σχέσεων μεταξύ των λαών και την αποφυγή τρομοκρατικών αντιποίνων. Γι’ αυτό οι πιο αναπτυγμένες, φιλελεύθερες και δημοκρατικές κοινωνίες του δυτικού κόσμου και πολιτισμού, δεν μπορούν παρά να αποδέχονται το δικαίωμα των μουσουλμάνων να ζουν όπως αυτοί επιθυμούν στις κοινωνίες τους. Κάθε δυτική παρέμβαση ¨διαφώτισης ή εξορθολογισμού¨ στο εσωτερικό τους θα ήταν ανεπιθύμητη και ¨αιτία ιερού πολέμου¨ (τζιχάντ) για αυτούς, όπως συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν με τους φανατικούς Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, που προκάλεσαν και τα ολέθρια τρομοκρατικά χτυπήματα της ¨Αλ Κάιντα¨ στους Δίδυμους Πύργους. 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: 

   Η αρετή της ανεκτικότητας δεν αφορά αδύναμους χαρακτήρες. Είναι δύναμη κι όχι αδυναμία να κατανοείς την ανάγκη και το δικαίωμα του άλλου να εκφράζεται και να ζει ελεύθερα. Είναι δύναμη κι όχι αδυναμία να ελέγχεις τον εαυτό σου, να συγκρατείς τα λόγια και τα νεύρα σου, να κάνεις υπομονή, να δίνεις τόπο στην οργή, να λες ¨δεν πειράζει¨ και να ζητάς συγνώμη, να μη ζητάς ολοένα εξηγήσεις, ακόμη κι ας ξέρεις ότι έχεις δίκιο. Η ανεκτικότητα είναι μια φυσική ευγένεια, που δεν κατανοούν όσοι δεν έχουν. Όσοι όμως μπορούν να μπουν στη θέση του άλλου, να τον κατανοήσουν, έστω και για λίγο, κι ας μη μπορούν να τον δικαιολογήσουν, καταλαβαίνουν και την ανάγκη να είναι ανεκτικοί. 

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ: 

1) ¨Θυμού κράτει¨. Χίλων ο Λακεδαιμόνιος 

2) ¨Audiatur et altera pars¨: Ας ακουστεί και η άλλη πλευρά (Λατινικό ρητό). 

3) ¨…έχουμε χρέος να παραβλέπουμε ο ένας τα λάθη του άλλου· το μεγαλύτερο κακό της ανθρωπότητας είναι η διχόνοια, κι ένα μόνο βάλσαμο υπάρχει: η αμοιβαία ανοχή¨. Βολταίρος 

4) «...κάθε ξένος, τον οποίον η διοίκησις στοχάζεται πως είναι άξιος κάτοικος της πατρίδος, ήγουν καθώς ένας καλός τεχνίτης…ένας άξιος πατριώτης είναι δεκτός εις την πατρίδαν και μπορεί να μετέρχεται ισοτίμως τα δίκαια οπού και όλοι οι συμπολίται». (¨Νέα Πολιτική Διοίκησις¨ Ρήγας).

Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Η δικαιοσύνη θεμέλιο της δημοκρατίας

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ   
 

                                                                                            Παπατσίρος Απόστολος
                                                                                                           φιλόλογος
Γιατί η δικαιοσύνη είναι θεμέλιο της δημοκρατίας; 

1)   Το σύνταγμα κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας (άρθ. 87) για να απονέμεται η δικαιοσύνη χωρίς παρεμβάσεις από πρόσωπα της πολιτικής εξουσίας. Έτσι διαφυλάττεται το κύρος των δικαστηρίων και η προσωπική αξιοπιστία των δικαστών, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να εμπεδωθεί το αίσθημα δικαίου σε μια κοινωνία. Η δικαιοσύνη δεν πρέπει να επηρεάζεται ποτέ από πολιτικά κόμματα ή πρόσωπα για να είναι αντικειμενική στην κρίση της και να διασφαλίζει την ισονομία που είναι θεμελιώδης συνταγματική αρχή. Η δικαιοσύνη μεριμνά για την ορθή τήρηση του συντάγματος και την εφαρμογή των νόμων από τους κρατικούς λειτουργούς και παρεμβαίνει όταν διαπιστώνει αξιόποινες πράξεις αυτεπάγγελτα ή κατ’ έγκληση. Παράλληλα ελέγχει καταγγελίες για παράνομες προσλήψεις, προαγωγές, μεταθέσεις, αναθέσεις έργων, προμήθειες, καταχρήσεις κ.λ.π από Υπουργεία, οργανισμούς ή φορείς του δημοσίου και παρεμβαίνει ασκώντας διώξεις, αν χρειαστεί. Ακόμα ελέγχει τη συνταγματικότητα ορισμένων νομοσχεδίων και υποχρεώνει τα κόμματα να σέβονται και να τηρούν το σύνταγμα, διασφαλίζοντας έτσι τη δημοκρατική νομιμότητα και την καλή λειτουργία του πολιτεύματος. 

2)  Η δικαιοσύνη πρέπει να είναι ανεπηρέαστη από την εκτελεστική εξουσία για να εγγυάται τη διαφάνεια, τη νομιμότητα και την πολιτική ομαλότητα, που είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για τον εκδημοκρατισμό και τη φιλελευθεροποίηση της δημόσιας ζωής. Έτσι διατηρείται η αναγκαία κοινωνική συνοχή, διασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη και εδραιώνεται η δημοκρατία γιατί υπάρχει εμπιστοσύνη στους θεσμούς και τα πρόσωπα που ασκούν τις διάφορες μορφές εξουσίας. Η προσφυγή των πολιτών δε σε διοικητικά δικαστήρια είναι ένα πάγιο συνταγματικό τους δικαίωμα, που περιορίζει δραστικά τα περιθώρια κρατικής αυθαιρεσίας και καταστρατήγησης των νόμων από κρατικούς λειτουργούς. Οι πολίτες έτσι αισθάνονται περισσότερο ασφαλείς και σίγουροι πως η θεσμική δικαιοσύνη τους προστατεύει και ότι το κράτος λειτουργεί δημοκρατικά στη βάση κανόνων δικαίου. Σε κάθε ευνομούμενη δημοκρατική χώρα οι πολίτες γνωρίζουν ότι υπάρχει ισοπολιτεία, ισότιμη δηλαδή μεταχείριση και απολαμβάνουν όλοι τα ίδια δικαιώματα ανεξαρτήτως εθνικότητας, φυλής, φύλου, γλώσσας, θρησκευτικής συνείδησης ή πολιτικών φρονημάτων. 

3)  Αν χαθεί και η εμπιστοσύνη στον δικαστή, δε θ’ απομείνει πια τίποτα που να εμπνέει στους πολίτες τη σιγουριά για τον ρόλο του κράτους αλλά και την πίστη στους δημοκρατικούς θεσμούς, γιατί οι πολιτικοί έχουν προ πολλού χάσει τη δική τους αξιοπιστία και δε θα μπορούν να αλλάξουν την εις βάρος τους κατάσταση ή τη δικαιολογημένη αποστροφή του κόσμου γι’ αυτούς. Οι πολιτικοί όμως, σύμφωνα με το σύνταγμα, παραπέμπονται στο ειδικό δικαστήριο μόνο μετά από απόφαση άρσης της ασυλίας τους από τη βουλή, οπότε και οι δικαστές δεν μπορούν να ασκήσουν εις βάρος τους δίωξη. Έτσι παραγράφονται σκάνδαλα και αξιόποινες πράξεις πολιτικών προσώπων γιατί αυτοί οι ίδιοι είναι που νομοθετούν και θεσπίζουν για τον εαυτό τους εξαιρέσεις -όπως τη βουλευτική ασυλία- που δεσμεύουν τη δικαστική εξουσία. 

4)  Με τη δικαιοσύνη επιβάλλεται η έννομη τάξη και διατηρείται το πνεύμα νομιμοφροσύνης των πολιτών για την προάσπιση του γενικού συμφέροντος της πολιτείας. Παράλληλα διώκεται η παρανομία και η εγκληματική αντικοινωνική συμπεριφορά ατόμων ή ομάδων, οπότε διαμορφώνεται ένα τείχος προστασίας που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία των θεσμών της δημοκρατίας. Το δημοκρατικό πολίτευμα άλλωστε στηρίζει τη νομική του κατοχύρωση και υπεροχή στην έκφραση και αποτύπωση κανόνων δικαίου  που δεν αμφισβητούνται αλλά και δεν παραβιάζονται από κανέναν. Όλα τα άλλα καθεστώτα, και ιδίως τα αυταρχικά, εκτός από παράλογα, είναι και άδικα, γιατί στερούνται ηθικής νομιμοποίησης. Οι ηγέτες τους συγκεντρώνουν παράνομα στο πρόσωπό τους όλες τις θεσμικές εξουσίες υποκαθιστώντας ακόμα και τους φυσικούς δικαστές. Είναι δηλαδή απόλυτοι άρχοντες-τύραννοι, απροσπέλαστοι κριτές και συμπεριφέρονται ως επίγειοι θεοί… μέχρι το φυσικό ή βίαιο τέλος τους. 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ: 

    Ο δικαστής πρέπει να είναι ο φύλακας των νόμων, ο κριτής και αν χρειαστεί ο αδέκαστος τιμωρός. Καθήκον του η ευθυκρισία και η εντιμότητα! Με την πρώτη θα εφαρμόζει τον νόμο και θα ικανοποιεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Με τη δεύτερη θα εμπνέει σεβασμό και εμπιστοσύνη και θα διδάσκει ήθος. Έτσι θα επιβάλλει τον νόμο και την τάξη. Την τάξη και την πειθαρχία…

Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Το δικαίωμα (;) τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια


«ΔΙΚΑΙΟΣ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ»
 Αξιολόγηση επιχειρημάτων και τεκμηρίων σ' ένα αντιθετκό ζεύγος κειμένων.                                Κριτήριο αξιολόγησης με απαντήσεις                                                                                                                                                                                 Παπατσίρος Απόστολος
                                                                                                 φιλόλογος
ΘΕΜΑ: Έχουν δικαίωμα υιοθεσίας τα ομόφυλα ζευγάρια;
                                                                                                  (29.04.2018 εφημ. Καθημερινή)

Κείμενο 1:

Καμία αρνητική επιρροή
ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΧΑΤΖΗΣ*
​​


  Δεκαέξι ευρωπαϊκές χώρες αναγνωρίζουν σήμερα τον πολιτικό γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Πολύ περισσότερες (22) αναγνωρίζουν διάφορες μορφές τεκνοθεσίας ή αναδοχής για ομόφυλα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί ή συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Η Ελλάδα, που με τόσο μεγάλη καθυστέρηση, και αφού καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, επέκτεινε το σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια, έχει μείνει πολύ πίσω. Διότι αντιμετωπίζει αυτά τα ζευγάρια ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Αντίθετα, οι χώρες που εξασφάλισαν την ισονομία είναι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες με το υψηλότερο επίπεδο κράτους δικαίου.

  Η διεθνής εμπειρία αρκετών, πλέον, χρόνων, έχει δείξει ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντα του παιδιού που θα αποκτήσει, όσο και ένα παραδοσιακό ζευγάρι. Τα παιδιά που θα ενηλικιωθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον θα έχουν παρόμοια κοινωνική και συναισθηματική προσαρμογή με τα παιδιά που ενηλικιώνονται σε παραδοσιακό περιβάλλον. Δεν θα υπάρξει καμία αρνητική επιρροή στην κοινωνική ανάπτυξή τους, στις δεξιότητές τους, στην ευφυΐα τους, στην αυτοπεποίθησή τους, στις επιδόσεις τους στο σχολείο ή αργότερα στις ανώτατες σπουδές τους. Θα έχουν αρκετές ευκαιρίες να αποκτήσουν γυναικεία ή αντρικά πρότυπα καθώς δεν είναι πάντα απαραίτητο να τα αποκτήσουν από τους γονείς τους αλλά και από τους στενούς συγγενείς, τους φίλους της οικογένειας ή τους δασκάλους τους. Τα παιδιά αυτά θα ζήσουν μια φυσιολογική ζωή αντιμετωπίζοντας τις ίδιες δυσκολίες αλλά και παρόμοιες οικογενειακές συνθήκες με τα παιδιά των παραδοσιακών γάμων.

  Η ισχυρότερη αντίρρηση στο να αποκτήσουν παιδιά τα ομόφυλα ζευγάρια έχει να κάνει με την αρνητική στάση της κοινής γνώμης. Όμως η κοινή γνώμη δεν δικαιούται να περιορίζει ατομικά δικαιώματα και να απαγορεύει δυνατότητες και εναλλακτικές επιλογές των ατόμων χωρίς σοβαρό λόγο.

   Η νομιμοποίηση του γάμου και της τεκνοθεσίας δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο. Το κόστος της καθυστέρησης είναι μεγάλο για τα ομόφυλα ζευγάρια, αλλά ιδίως για τα παιδιά που στερούνται της ευκαιρίας να γίνουν μέλη μιας οικογένειας που θα τα προστατεύει και θα τα αγαπά.
* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι αν. καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.


Κείμενο 2:

Απουσία διακριτών προτύπων
ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΝΔΥΛΗ*

  Στην αρχική της σύλληψη, η υιοθεσία θεσπίστηκε με σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών του θετού γονέα (συνέχιση της λατρείας των εφεστίων θεών, του πατρογονικού ονόματος, διατήρηση της οικογενειακής περιουσίας). Τον τρόπο οργάνωσης του θεσμού εξέφραζε περιεκτικά το ρωμαϊκό ρητό «adοptio naturam imitatur» (η υιοθεσία μιμείται τη φύση).

  Αργότερα, κυρίως κατά τον 20ό αιώνα, το κέντρο βάρους της υιοθεσίας, όπως άλλωστε και ολόκληρου του Οικογενειακού Δικαίου, μετατοπίστηκε. Έγινε παιδοκεντρικό, αποβλέποντας αποκλειστικά στο συμφέρον του παιδιού. Το συμφέρον αυτό δεν είναι μόνο περιουσιακό –και γενικότερα υλικό–, αλλά επίσης ψυχικό και ηθικό. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει αναγνωρίσει επανειλημμένως ως πρωταρχικό κριτήριο σε υποθέσεις επιμέλειας το συμφέρον του παιδιού. Στην απόφαση P.V. κατά Ισπανίας, απέρριψε την προσφυγή κατά του περιορισμού πρόσβασης στο παιδί του διεμφυλικού άνδρα που είχε κάνει έναν γιο με τη γυναίκα του πριν αλλάξει φύλο. Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούσε να εξασφαλίσει σταθερό περιβάλλον στο παιδί. Το νομοσχέδιο που επιτρέπει την αναδοχή σε όσους έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, επαναφέρει τον προβληματισμό για τη δυνατότητα υιοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια.

   Το θετό παιδί είναι κατεξοχήν το τέκνο της ιδιωτικής βούλησης και αυτονομίας, αλλά δεν αποτελεί κριτήριο προσδιορισμού του εύρους των δικαιωμάτων των υποψήφιων θετών γονέων. Δεν πρόκειται για απόλαυση του δικαιώματος στη δημιουργία θετής οικογένειας –ένα ακόμη βήμα προς την πλήρη εξομοίωση των ομόφυλων ζευγαριών με τα ετερόφυλα– αλλά για προσφορά φροντίδας σε μικρά παιδιά. Η έλλειψη διακριτού πατρικού ή μητρικού προτύπου στην ομόφυλη οικογένεια, ο αντίκτυπος του αρνητικού κοινωνικού περίγυρου στην ψυχική ισορροπία του παιδιού και ο εύθραυστος χαρακτήρας των σχέσεων μεταξύ ομοφύλων καθιστούν τη σκοπιμότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας αμφίβολη. Ειδικότερα, μάλιστα, δεδομένου ότι αυτή δεν στηρίζεται σε προηγούμενες κοινωνικές έρευνες στην Ελλάδα. Εξάλλου, όλες οι έρευνες που διενεργήθηκαν στο εξωτερικό, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, αμφισβητούνται, διότι πραγματοποιήθηκαν σε μικρό δείγμα και στερούνται χρονικού βάθους.
* Η κ. Ιωάννα Ν. Κονδύλη είναι επίκουρη καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
                                                          Ερωτήσεις

Α1. Να βρείτε και να αξιολογήσετε την αποδεικτική ισχύ των επιχειρημάτων και των τεκμηρίων που διατυπώνει ο συγγραφέας του πρώτου κειμένου.                       Μονάδες 20

Β1. Να βρείτε και να αξιολογήσετε την αποδεικτική ισχύ των επιχειρημάτων και των τεκμηρίων που διατυπώνει η συγγραφέας του δεύτερου κειμένου.                    Μονάδες 15 

Γ1. αντίρρηση, στερούνται, περιεκτικά, περιορισμού, αυτονομίας: Ποια είναι η σημασία των λέξεων με βάση το κείμενο;                                                                                  Μονάδες 5

Γ2. Να βρείτε τα αντώνυμα των λέξεων με βάση τη σημασία τους στο κείμενο: Αντίθετα, στενούς, πρωταρχικό, θετής, πλήρη.                                                                     Μονάδες 5 

Γ3. Ποιος είναι ο τρόπος ανάπτυξης της πρώτης παραγράφου του πρώτου κειμένου; (Δεκαέξι … δικαίου).                                                                                                             Μονάδες 5 

Δ. Παραγωγή λόγου: Συμμετέχοντας σ’ αυτόν τον επιστημονικό και κοινωνικό διάλογο, που ξεκίνησε πρόσφατα στη χώρα μας, για τη νομιμοποίηση ή μη της τεκνοθεσίας και από ομόφυλα ζευγάρια, να διατυπώσετε τις δικές σας απόψεις σε ένα άρθρο που πρόκειται να αναρτήσετε στην προσωπική σας ιστοσελίδα (500- 600 λέξεις).                       Μονάδες 50

                                                              Απαντήσεις
Α1. Τεκμήρια:

α.  Δεκαέξι ευρωπαϊκές χώρες αναγνωρίζουν σήμερα τον πολιτικό γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. 
β. Πολύ περισσότερες (22) αναγνωρίζουν διάφορες μορφές τεκνοθεσίας ή αναδοχής για ομόφυλα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί ή συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. 
γ. Η Ελλάδα, που με τόσο μεγάλη καθυστέρηση, (και αφού καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), επέκτεινε το σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια, έχει μείνει πολύ πίσω. 

   Τα τεκμήρια που επιλέγονται είναι καταστάσεις της πραγματικότητας ως παραδείγματα (α και β), ενώ η αναφορά στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (γ) θεωρείται αυθεντία και η καταδίκη της Ελλάδας είναι γεγονός. Τα τεκμήρια αυτά θεωρούνται αξιόπιστα αλλά όχι και επαρκή, γιατί η Ελλάδα ως χώρα μέλος της Ε.Ε, αν και δεσμεύεται γενικά στην υιοθέτηση κοινής πολιτικής σε θέματα που αφορούν τα ατομικά δικαιώματα, εντούτοις δεν είναι η μόνη από όλα τα κράτη της Ευρώπης (46 συνολικά, 27 μέλη της Ε.Ε) που δε νομοθέτησε τις ρυθμίσεις αυτές. Εξάλλου η Ελλάδα δεν είναι χώρα προτεσταντική ή καθολική, όπως όλες αυτές οι χώρες που αποδέχονται τα ψηφίσματα αυτά, αλλά ορθόδοξη και υπάρχει μεγάλη αντίδραση από την Εκκλησία. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι και σε άλλα θέματα υπάρχει σαφής διαφοροποίηση ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού δεν υιοθετούν όλες το κοινό νόμισμα (euro) ούτε και τη συνθήκη Σέγκεν.

δ. Η διεθνής εμπειρία αρκετών, πλέον, χρόνων, έχει δείξει ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντα του παιδιού που θα αποκτήσει, όσο και ένα παραδοσιακό ζευγάρι. 

  Τεκμήριο (προηγούμενη εμπειρία) χωρίς όμως κάποια ευρήματα μακροχρόνιας έρευνας και σε ικανοποιητικό δείγμα αναφοράς για συγκεκριμένες χώρες. Αποτελεί ίσως μια διαδεδομένη άποψη αλλά είναι αόριστη παραδοχή χωρίς επεξεργασμένα στοιχεία ή τουλάχιστον δεν αναφέρονται εδώ. Επομένως η σύγκριση που επιχειρείται ανάμεσα σε ομόφυλα και παραδοσιακά ζευγάρια μετά είναι μάλλον αυθαίρετη. 

Επιχειρήματα κατά παράγραφο:

1η §: Δεκαέξι ευρωπαϊκές χώρες αναγνωρίζουν σήμερα τον πολιτικό γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. (α΄. πρκ.)
Πολύ περισσότερες (22) αναγνωρίζουν διάφορες μορφές τεκνοθεσίας ή αναδοχής για ομόφυλα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί ή συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. (β΄. πρκ.)
Η Ελλάδα, (που με τόσο μεγάλη καθυστέρηση, και αφού καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, επέκτεινε το σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια,) έχει μείνει πολύ πίσω. Διότι αντιμετωπίζει αυτά τα ζευγάρια ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
2η §: Η διεθνής εμπειρία αρκετών, πλέον, χρόνων, έχει δείξει ότι ένα ομόφυλο ζευγάρι μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντα του παιδιού που θα αποκτήσει, όσο και ένα παραδοσιακό ζευγάρι (α΄. πρκ. τεκμήριο)
Τα παιδιά που θα ενηλικιωθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον θα έχουν παρόμοια κοινωνική και συναισθηματική προσαρμογή με τα παιδιά που ενηλικιώνονται σε παραδοσιακό περιβάλλον. (β΄. πρκ)
Δεν θα υπάρξει καμία αρνητική επιρροή στην κοινωνική ανάπτυξή τους, στις δεξιότητές τους, στην ευφυΐα τους, στην αυτοπεποίθησή τους, στις επιδόσεις τους στο σχολείο ή αργότερα στις ανώτατες σπουδές τους. (γ΄. πρκ). 
Θα έχουν αρκετές ευκαιρίες να αποκτήσουν γυναικεία ή αντρικά πρότυπα καθώς δεν είναι πάντα απαραίτητο να τα αποκτήσουν από τους γονείς τους αλλά και από τους στενούς συγγενείς, τους φίλους της οικογένειας ή τους δασκάλους τους. (δ΄. πρκ.) 
Τα παιδιά αυτά θα ζήσουν μια φυσιολογική ζωή αντιμετωπίζοντας τις ίδιες δυσκολίες αλλά και παρόμοιες οικογενειακές συνθήκες με τα παιδιά των παραδοσιακών γάμων. (συμπέρασμα) 

    Επιχείρημα αβάσιμο γιατί το τελικό συμπέρασμα εξάγεται από αυθαίρετες κρίσεις. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι δε θα υπάρξει καμία αρνητική επιρροή για τα παιδιά; Ποιος θα τους δώσει περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες να αποκτήσουν γυναικεία ή αντρικά πρότυπα, αν όχι οι ίδιοι οι ετερόφυλοι γονείς; Δε θα αντιμετωπίσουν τις ίδιες δυσκολίες προφανώς στην προσαρμογή τους αλλά πολύ περισσότερες, όταν θα διαπιστώσουν τη διαφορετικότητά τους σε σχέση με τις άλλες οικογένειες και τη στάση της κοινωνίας απέναντί τους. Εξάλλου κάθε άλλη επιρροή ως προς τα πρότυπα έξω από την οικογένεια είναι συχνά ανεξέλεγκτη και γιαυτό αμφιλεγόμενη ή παρακινδυνευμένη. 

3η §: Η ισχυρότερη αντίρρηση στο να αποκτήσουν παιδιά τα ομόφυλα ζευγάρια έχει να κάνει με την αρνητική στάση της κοινής γνώμης. (α΄πρκ.)
Όμως η κοινή γνώμη δεν δικαιούται να περιορίζει ατομικά δικαιώματα και να απαγορεύει δυνατότητες και εναλλακτικές επιλογές των ατόμων χωρίς σοβαρό λόγο. (β΄ πρκ. θέση)
   Σωστή άποψη και νομικά ορθή για τα όρια επιρροής της κοινής γνώμης, με μια επιφύλαξη όμως· τι εννοούμε σοβαρό λόγο; Η τεκνοθεσία γενικώς δεν είναι ένας αρκετά σοβαρός λόγος; Αν η κοινή γνώμη δεν έχει καμιά αξία τότε γιατί σε πολλές ευρωπαϊκες χώρες (Ελβετία, Ιρλανδία κ.α) έγινε δημοψήφισμα για να αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός για το γάμο και την τεκνοθεσία των ομοφύλων; 

4η §: Η νομιμοποίηση του γάμου και της τεκνοθεσίας δεν πρέπει να καθυστερήσει άλλο. (θέση συμπέρασμα)
Το κόστος της καθυστέρησης είναι μεγάλο για τα ομόφυλα ζευγάρια, (α΄ πρκ.) αλλά ιδίως για τα παιδιά που στερούνται της ευκαιρίας να γίνουν μέλη μιας οικογένειας που θα τα προστατεύει και θα τα αγαπά. (β΄ πρκ.). 

  Σχετικό επιχείρημα γιατί ακόμα κι αν θεωρούνται οι προκείμενες αίτια αναγκαία δεν είναι επαρκή. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι τα παιδιά δε θα βρουν άλλες ανάδοχες οικογένειες, ούτε η πολιτεία οφείλει να νομοθετεί κάτω από πίεση και αναλογιζόμενη «το κόστος της καθυστέρησης» για τα ομόφυλα ζευγάρια, γιατί το προέχον εδώ δεν είναι τα ατομικά δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών -που είναι σεβαστά- αλλά τα φυσικά δικαιώματα των παιδιών… 

B1. Τεκμήρια κι επιχειρήματα κατά παράγραφο:

1η §: α. Στην αρχική της σύλληψη, η υιοθεσία θεσπίστηκε με σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών του θετού γονέα (συνέχιση της λατρείας των εφεστίων θεών, του πατρογονικού ονόματος, διατήρηση της οικογενειακής περιουσίας). 
β. Τον τρόπο οργάνωσης του θεσμού εξέφραζε περιεκτικά το ρωμαϊκό ρητό «adοptio naturam imitatur» (η υιοθεσία μιμείται τη φύση).

  Τεκμήρια ιστορικά στοιχεία. Η αναδρομή αυτή στην ιστορία της υιοθεσίας και τη λογική του σχετικού νόμου μας βοηθά να καταλάβουμε την αξία της στο παρελθόν αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Και η διαφορά φαίνεται με τη σύγκριση που γίνεται στην επόμενη παράγραφο. 

2η §: α. Αργότερα, κυρίως κατά τον 20ό αιώνα, το κέντρο βάρους της υιοθεσίας, όπως άλλωστε και ολόκληρου του Οικογενειακού Δικαίου, μετατοπίστηκε. (τεκμήριο ιστορικά στοιχεία, α΄ πρκ. επιχειρήματος).
β. Έγινε παιδοκεντρικό, αποβλέποντας αποκλειστικά στο συμφέρον του παιδιού.(β΄ πρκ.)
γ. Το συμφέρον αυτό δεν είναι μόνο περιουσιακό –και γενικότερα υλικό–, αλλά επίσης ψυχικό και ηθικό. (γ΄ πρκ. μέσος όρος=συμφέρον) 
δ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει αναγνωρίσει επανειλημμένως ως πρωταρχικό κριτήριο σε υποθέσεις επιμέλειας το συμφέρον του παιδιού. (δ΄ πρκ. τεκμήριο αυθεντία το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και με επανάληψη του μέσου όρου= συμφέρον).
ε. Στην απόφαση P.V. κατά Ισπανίας, απέρριψε την προσφυγή κατά του περιορισμού πρόσβασης στο παιδί του διεμφυλικού άνδρα που είχε κάνει έναν γιο με τη γυναίκα του πριν αλλάξει φύλο. Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούσε να εξασφαλίσει σταθερό περιβάλλον στο παιδί. (ε΄ τεκμήριο η δικαστική απόφαση P.V. του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην περίπτωση της Ισπανίας ως παράδειγμα και με αναφορά του σκεπτικού της απόφασης).
Το νομοσχέδιο που επιτρέπει την αναδοχή σε όσους έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, επαναφέρει τον προβληματισμό για τη δυνατότητα υιοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια. (συμπέρασμα που αφορά τη χώρα μας και το σχετικό νομοσχέδιο).

  Αξιόπιστο επιχείρημα με επαρκή ιστορική και νομική τεκμηρίωση σχετικά με το πνεύμα του νομοθέτη, που προκρίνει το συμφέρον του παιδιού έναντι οποιασδήποτε άλλης διεκδίκησης δικαιώματος άλλων. Πάνω σ’ αυτό προεκτείνει τη σκέψη της η συγγραφέας στην επόμενη παράγραφο. 

3η §: α. Το θετό παιδί είναι κατεξοχήν το τέκνο της ιδιωτικής βούλησης και αυτονομίας, (α΄πρκ. επιχειρήματος)
β. αλλά δεν αποτελεί κριτήριο προσδιορισμού του εύρους των δικαιωμάτων των υποψήφιων θετών γονέων. (β΄πρκ. επιχειρήματος)
γ. Δεν πρόκειται για απόλαυση του δικαιώματος στη δημιουργία θετής οικογένειας –ένα ακόμη βήμα προς την πλήρη εξομοίωση των ομόφυλων ζευγαριών με τα ετερόφυλα– αλλά για προσφορά φροντίδας σε μικρά παιδιά. (συμπέρασμα-θέση).

α. Η έλλειψη διακριτού πατρικού ή μητρικού προτύπου στην ομόφυλη οικογένεια, ο αντίκτυπος του αρνητικού κοινωνικού περίγυρου στην ψυχική ισορροπία του παιδιού και ο εύθραυστος χαρακτήρας των σχέσεων μεταξύ ομοφύλων καθιστούν τη σκοπιμότητα της νομοθετικής πρωτοβουλίας αμφίβολη. (Επαγωγικός συλλογισμός, αίτια - αποτέλεσμα).
β. Ειδικότερα, μάλιστα, δεδομένου ότι αυτή δεν στηρίζεται σε προηγούμενες κοινωνικές έρευνες στην Ελλάδα. (τεκμήριο, κατάσταση της πραγματικότητας ή γενική αλήθεια η απουσία έρευνας στην Ελλάδα).
γ. Εξάλλου, όλες οι έρευνες που διενεργήθηκαν στο εξωτερικό, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, αμφισβητούνται, διότι πραγματοποιήθηκαν σε μικρό δείγμα και στερούνται χρονικού βάθους. (τεκμήριο, κατάσταση της πραγματικότητας ή γενική αλήθεια η απουσία έρευνας ικανού δείγματος και σε μεγάλο χρονικό εύρος στο εξωτερικό).

Γ1. αντίρρηση = διαφωνία, στερούνται = χάνουν, περιεκτικά = συνοπτικά, περιορισμού = απαγόρευσης, αυτονομίας = ελευθερίας.

Γ2. Αντίθετα ≠ ομοίως, στενούς ≠ μακρινούς, πρωταρχικό ≠ δευτερεύον, θετής ≠ φυσικής, πλήρη ≠ μερική. 

Γ3. Συνδυασμός μεθόδων: Σύγκριση – αντίθεση με χρήση παραδειγμάτων και αιτιολόγηση.

Δ. Για την παραγωγή λόγου διαβάστε παλαιότερη ανάρτησή μου για το θέμα της ομοφυλοφιλίας και  τεκνοθεσίας εδώ  http://papatsiros.blogspot.gr/2015/12/homophobia.html.