Κυριακή 9 Απριλίου 2017

Το πρόσωπο και το προσωπείο του εθνικισμού στην ιστορία


                                                                                                  Παπατσίρος Απόστολος
                                                                                                            φιλόλογος
Τι είναι ο εθνικισμός; Ποιες ήταν οι ιστορικές του μορφές; Ποια είναι σήμερα η σημασία του;
Το πρόσωπο και το προσωπείο του εθνικισμού στην ιστορία.

    Αν ο πατριωτισμός θεωρείται η αγάπη για την πατρίδα και η διάθεση υπεράσπισής της μέχρι αυτοθυσίας όταν κινδυνεύει, τότε εθνικισμός πρέπει να θεωρείται η αγάπη για το έθνος και η διάθεση υπεράσπισής του έναντι οποιασδήποτε απειλής. Σ’ αυτή την περίπτωση βέβαια το έθνος και η πατρίδα ταυτίζονται, μόνο που ιστορικά αυτό δεν επιβεβαιώνεται πάντα γιατί το έθνος είναι έννοια ευρύτερη της πατρίδας, είναι λαός που ζει και αναπτύσσεται κι εκτός των συνόρων της πατρίδας του, του κράτους δηλαδή ή υπάρχει ως εθνότητα και χωρίς την ύπαρξη ανεξάρτητου κράτους. Κι όταν λέμε κράτος εννοούμε λαό μόνιμα εγκατεστημένο σε ορισμένο τόπο, οργανωμένο σε νομικό πρόσωπο, που ασκεί πρωτογενή πολιτική εξουσία.   

    Το έθνος είναι λαός με συνείδηση κοινού πολιτισμού και κοινής ιστορικής παράδοσης δηλαδή καταγωγής, θρησκείας, γλώσσας, τέχνης, δικαίου, ηθών. Το έθνος είναι δηλαδή μια πνευματική κοινότητα ανθρώπων της οποίας τα μέλη διαθέτουν ένα κοινό απόθεμα ιδεών και αισθημάτων που αποκτήθηκαν κατά την πορεία της κοινής τους ιστορίας. Σύμφωνα τώρα με το λεξικό κοινωνικών επιστημών της UNESCO «ο όρος εθνικισμός υποδηλώνει μια μορφή ομαδικής συνειδητότητας η οποία ταυτίζει τις τύχες των μελών της ομάδας με τις τύχες ενός εθνικού κράτους επιθυμητού ή υπαρκτού». Επιθυμητό βέβαια ήταν το κράτος για τους περισσότερους λαούς κατά τον 18ο-19ο αιώνα και έγινε και υπαρκτό κατά τον 19ο-20ο αιώνα μετά τους συνεχείς απελευθερωτικούς αγώνες ανεξαρτησίας και εθνικής χειραφέτησης των περισσότερων λαών στον κόσμο, μεταξύ αυτών και των Ελλήνων.


   Η έννοια του έθνους και της εθνικής ιδέας ωστόσο δεν έχει την ίδια βαρύτητα στην ιστορική πορεία των λαών. Η εθνική συνείδηση των λαών σφυρηλατήθηκε με την αναζήτηση και την παγίωση των ιδιαιτεροτήτων, όπως η κοινή καταγωγή, η γλώσσα, η θρησκεία, οι θεσμοί και οι παραδόσεις των λαών. Η εθνική συνείδηση των λαών, χωρίς να παραγνωρίζονται οι βαθύτερες ρίζες κάθε λαού, είναι επηρεασμένη από την «αρχή των εθνοτήτων», όπως αυτή εκφράστηκε (Τζουζέπε Ματσίνι) στο τέλος του 18ου αιώνα και όλο τον 19ο αιώνα με την επίδραση των ιδεών του Ευρωπαϊκού διαφωτισμού, των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών στόχων της Γαλλικής επανάστασης και των πόθων των λαών για συγκρότηση εθνικών κρατών. Η «αρχή των εθνοτήτων» πρέσβευε μονιμότητα γης και αυθύπαρκτη πολιτική υπόσταση στα αντίστοιχα κράτη και κυριάρχησε όλον τον 19ο αιώνα έως και τον 20ο μέχρι και το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, με αποτέλεσμα να ιδρυθούν πολλά από τα νεότερα σύγχρονα κράτη στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Παράλληλα συνδέθηκε με τους αγώνες εθνικής ανεξαρτησίας -δε μου αρέσει ο ξενόφερτος αδόκιμος όρος αποαποικιοποίηση*- κι αποτίναξης της αποικιοκρατίας στον θεωρούμενο υπανάπτυκτο κόσμο και τη Λατινική Αμερική.

                                                                    
    Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η έννοια του εθνικισμού ήταν επαναστατική και φιλελεύθερη γιατί ενθάρρυνε τη δυναμική διεκδίκηση των δικαίων των καταπιεζόμενων λαών και αξίωνε τη δημιουργία κράτους. Έτσι πολλοί λαοί απέκτησαν την ελευθερία τους, με την επανάσταση που ήταν καρπός μιας «ιδέας εθνικής» δηλαδή μιας πίστης στα ιδανικά του έθνους κι ενός οράματος πολιτικής αυτονομίας, μόνο που τότε δεν ονόμαζαν αυτή την «εθνική ιδέα» εθνικισμό. Αυτή η εθνική ιδεολογία ήταν συνδεδεμένη αρχικά με τον γερμανικό ρομαντισμό του 18ου αιώνα (Γιόχαν Φίχτε) και με το κίνημα του φιλελευθερισμού την περίοδο της Γαλλικής επανάστασης, κι έτσι «μπόλιασε» τους εθνικούς επαναστατικούς αγώνες των λαών για αυτοδιάθεση, όπως το εθνικό κίνημα των Καρμπονάρων στην Ιταλία κατά των Αυστριακών κατακτητών, η εξέγερση των λαών της Βαλκανικής και βέβαια η ελληνική Επανάσταση του 1821 κατά των Οθωμανών. Αυτή η «εθνική ιδέα» τότε ήταν η πρώτη μορφή εθνικισμού ιστορικά, δηλαδή ένας εθνικισμός αποκατάστασης των λαών στα όριά τους, τα χώματα της πατρίδας τους, αυτά που είχαν απολέσει κατά το παρελθόν. Αυτός ο εθνικισμός αποσκοπούσε αφενός μεν στην ελευθερία του έθνους από τους ξένους κατακτητές και αφετέρου στην πολιτική του ανεξαρτησία με τη δημιουργία κράτους, όπως προέβλεπε η «αρχή των εθνοτήτων».



   Μια άλλη μορφή εθνικισμού, η δεύτερη ιστορικά, που ήταν η λογική και φυσική συνέπεια της πρώτης, ήταν ο εθνικισμός επέκτασης, όπως η δική μας «Μεγάλη Ιδέα» δηλαδή, που αναφερόταν σε «αλύτρωτες πατρίδες» και οδήγησε σε επιθετικούς πολέμους για την απελευθέρωσή τους. Μπορεί αυτός ο εθνικισμός να είχε ως ηθικά ερείσματα την προστασία των ομοεθνών, ομοθρήσκων, ομόγλωσσων που κινδύνευαν κάτω από την ξένη κυριαρχία ή παραβιάζονταν τα δικαιώματά τους και απειλούνταν η ζωή τους, ωστόσο έγινε περισσότερο πολιτική ιδεολογία με ένθερμους οπαδούς πολιτικά πρόσωπα (Κωλέττης**, Βενιζέλος) ή κόμματα (Δεληγιαννικό, Εθνικό κόμμα κ.α.). Εδώ θα πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στον "Μακεδονικό αγώνα" και σε πρόσωπα όπως ο Ίων Δραγούμης, ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο Παύλος Μελάς ή ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης που εμπνεόμενοι από αυτή την εθνική ιδέα έδρασαν ή θυσιάστηκαν για αυτή. Και αντίστοιχος αγώνας έγινε για το "Κρητικό ζήτημα" με τη δράση επαναστατών (Σφακιανάκης, Βενιζέλος, Μάνος, Φούμης)  ή εθελοντών στο νησί (Κουμουνδούρος).

    Σε αρκετές περιπτώσεις όμως που είχαμε πολέμους περιφερειακούς, όπως οι Βαλκανικοί και ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος, αυτός ο «εθνικισμός επέκτασης» ενός λαού, συγκρουόταν με έναν «εθνικισμό περιφρούρησης» ενός άλλου λαού, ο οποίος φοβόταν ότι θα χάσει τα εδάφη που κατείχε «πολεμικώ δικαίω» και θεωρούσε ως δικά του. Αυτός ο «εθνικισμός επέκτασης» θεωρείται και «αλυτρωτισμός», αν δηλαδή απελευθερώνει το υπόδουλο έθνος και μαζί τα εθνικά εδάφη που κατείχε έως τότε ο εχθρός, ενώ ο αντίπαλός του «εθνικισμός περιφρούρησης» μοιάζει περισσότερο με τον πατριωτισμό, αφού τα όρια της πατρίδας διαρκώς μεταβάλλονται και κάποια εδάφη -ιδίως στη μεθόριο- ήταν διαφιλονικούμενα. Εδώ οι κρίσεις και τα συμπεράσματα για τον εθνικισμό διαφέρουν ανάλογα με το στρατόπεδο που ανήκει ο καθένας. Καθένας θεωρεί πως έχει το δίκαιο με το μέρος του και για τους δικούς του λόγους. Ο ένας ότι προστατεύει το έθνος του που κινδυνεύει και ο άλλος τα εδάφη του που απειλούνται.


    Βέβαια η πιο επικίνδυνη μορφή του εθνικισμού δεν είναι ο αλυτρωτισμός, που μπορεί να έχει κι ένα ηθικό έρεισμα ίσως, όσο ο επεκτατικός εθνικισμός ισχυρών κρατών εις βάρος άλλων λαών ή χωρών που δεν έχουν απαραίτητα παρελθόν συγκρούσεων ή ανοικτά ζητήματα. Εδώ μιλάμε για ιμπεριαλισμό και διείσδυση σε ξένα εδάφη με παράλληλη κατοχή για λόγους οικονομικής εξάπλωσης ή παγκόσμιας κυριαρχίας, με τη δημιουργία μιας υπερδύναμης, όπως ήταν στην ιστορία οι μεγάλες αυτοκρατορίες ρωμαϊκή, βυζαντινή, οθωμανική, αυστροουγγρική, γαλλική, γερμανική, ρωσική κ.α. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν της Γερμανίας, η οποία μετά τη διπλωματική της ήττα στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο επεδίωξε την «εύρεση ζωτικού χώρου» αρχικά με δημοψηφίσματα και τις «ειρηνικές» προσαρτήσεις περιοχών στις οποίες είχε εθνολογική βάση (Αλσατία – Λωρραίνη, Σάαρ, Αυστρία- Blumenkrieg ή "Πόλεμος των λουλουδιών", Σουδητία-Τσεχοσλοβακία) και μετά με τις πολεμικές επιθέσεις (Blitzkrieg ή "Κεραυνοβόλος Πόλεμος") στα υπόλοιπα κράτη (Πολωνία, Νορβηγία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γαλλία, Ρωσία κ.α.). Αυτός ο ιμπεριαλιστικός εθνικισμός, το "Deutschland über alles" ("Η Γερμανία πάνω απ' όλα"), που εξέφραζε το καθεστώς του Τρίτου Ράιχ, κι έχει επικρατήσει στη συνείδηση των περισσότερων για τα εγκλήματα ρατσιστικής βίας των Νazi, είναι η μορφή του εθνικισμού που μνημονεύεται περισσότερο από όλες τις άλλες και προκαλεί τις περισσότερες εντάσεις. Στη μιλιταριστική Γερμανία ο εθνικισμός εκφραζόταν και πολιτικά μετά το 1933 και την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, αφού το επίθετο εθνικός ήταν και το πρώτο συνθετικό των Ναzi ή Νατσί (Nati-onal - Sozialiste δηλαδή εθνικοσοσιαλισμός).



   Ο εθνικισμός του μεσοπολέμου στην Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα και αλλού αναπτύχθηκε κυρίως ως απάντηση στον διαρκώς ογκούμενο κομμουνισμό στην ανατολική Ευρώπη και τις επιθετικές του βλέψεις για την προλεταριοποίηση των αστών στις δυτικές κοινωνίες. Ο κομμουνισμός ως ιδεολογία ήταν κοινοκτημονικός και διεθνιστικός, δε μιλούσε για έθνος και πατρίδα, αλλά για την εργατική τάξη και τη βίαιη πολιτική μεταβολή της κοινωνίας με επανάσταση. Έτσι θεωρήθηκε μεγάλη απειλή για τα αστικά καθεστώτα της Δύσης που έσπευσαν να ισχυροποιήσουν την εθνική τους ιδεολογία ιδρύοντας εθνικά ή εθνικιστικά κόμματα κι έτσι γεννήθηκε και ο φασισμός στην Ιταλία, αρχικά το 1919 και άρχισε να κερδίζει έδαφος στις περισσότερες χώρες της Δύσης, που έβλεπαν τον πόλεμο όλο και πιο κοντά και ήθελαν να είναι έτοιμοι για αυτό. Τη δεκαετία του ΄30 το «φρούτο» που ευδοκιμούσε παντού στην Ευρώπη, εκτός από τη Γαλλία και την Αγγλία, ήταν ο φασισμός γιατί ήταν πιο πατριωτικός και ετοιμοπόλεμος. Έτσι εξηγείται και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου του Μεταξά το 1936, σε μια περίοδο που κανένα από τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν μπορούσε να κυβερνήσει, ούτε και να μακροημερεύσει, αλλά και λόγω του κινδύνου να επιβληθεί κομμουνιστικό καθεστώς. Τότε ο εθνικισμός αποκτά πιο πολύ τον χαρακτήρα πολιτικής ιδεολογίας, με πρόγραμμα, οργάνωση και σκοπό, γίνεται πολιτικό κόμμα με ικανό αρχηγό, καταστατικές αρχές και διακηρύξεις και ξεφεύγει από το συναίσθημα και τα ρομαντικά στοιχεία του έθνους που τον χαρακτήριζαν στο παρελθόν. Ο πολιτικός εθνικισμός διακηρύσσει την πίστη και την αφοσίωση του στον εθνικό ηγέτη τον οποίο και θεωρεί χαρισματικό ή ακόμα και μεσσία (μεσσιανισμός) και συμπορεύεται με τον φασισμό, που είναι εξίσου συγκεντρωτικός στην άσκηση της εξουσίας και παρεμβατικός στην κοινωνία αλλά σίγουρα πιο αυταρχικός.


   Το ότι ο εθνικισμός αναπτύχθηκε περισσότερο ως αντίδραση στον ανερχόμενο κομμουνισμό φαίνεται ξεκάθαρα και στην περίπτωση της Κίνας, που από το 1920 έχουμε το εθνικιστικό κόμμα του Τσανγκ Κάι Σεκ να διεκδικεί την εξουσία παράλληλα με το κομμουνιστικό κόμμα της Κίνας. Το 1934 οι κομμουνιστές με αρχηγό τον Μάο θα κάνουν τη «μεγάλη πορεία» προς Βορράν, θα εδραιωθούν και στον εμφύλιο που ακολούθησε τα έτη 1946-49 θα επικρατήσουν των εθνικιστών αντιπάλων τους εκτοπίζοντάς τους οριστικά στο νησί Φορμόζα (εθνικιστική Κίνα), δηλαδή τo σημερινό Ταϊβάν. Έκτοτε η Κίνα έγινε κομμουνιστική Λαϊκή δημοκρατία.

    Ο εθνικισμός του 20ου αιώνα έχει πολιτική διάσταση περισσότερο και χρησιμοποιείται ως άμυνα άλλοτε στις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων, άλλοτε στις επεκτατικές διαθέσεις  ή τις διεκδικήσεις αλυτρωτικού χαρακτήρα γειτονικών κρατών, άλλοτε ως εθνική αντίδραση στις αφομοιωτικές τάσεις της παγκοσμιοποίησης και άλλοτε ως "ευρωσκεπτικισμός" στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συμπορεύεται πολιτικά με τα κόμματα που θεωρούμε συντηρητικά (Νάιτζελ Φάρατζ - Αγγλία) ή εκφράζεται αυτόνομα στα ακροδεξιά (Μαρίν Λεπέν - Γαλλία). Το Brexit στη Βρετανία αυτό ακριβώς το πνεύμα "επιστροφής στα εθνικά ιδεώδη" εξέφρασε και την ανάγκη κάθε κράτος να είναι εθνικά αυτόνομο πολιτικά, όταν μπορεί να επιβιώνει και να αναπτύσσεται αυτόνομα οικονομικά. Η πολιτική των «ανοικτών συνόρων» στην Ε.Ε με το προσφυγικό-μεταναστευτικό πρόβλημα άλυτο, κάνει τους περισσότερους λαούς στην Ευρώπη συντηρητικούς και τους οδηγεί συνειδητά πλέον στα εθνικιστικά ή πατριωτικά «κόμματα σωτηρίας». Σήμερα κάποιοι μιλούν για νέο-εθνικισμό μετά τη συντηρητική πολιτική στροφή σε όλο τον κόσμο, που πιστοποιείται άλλωστε από μια σειρά πολιτικά γεγονότα, όπως η μεγάλη άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη, λόγω ξενοφοβίας και ισλαμικού ριζοσπαστισμού -ιδίως μετά τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα σε Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία και αλλού- το βρετανικό Brexit και η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.


    Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και μια πολιτική πρόκληση από γειτονικό κράτος μπορεί να διεγείρει τα εθνικιστικά αντανακλαστικά και ιδεώδη ενός λαού που βρίσκονταν σε αδράνεια για δεκαετίες. Όταν για παράδειγμα τα Σκόπια ονομάστηκαν Μακεδονία κι έκαναν σημαία τους τον ήλιο της Βεργίνας, τότε χιλιάδες Έλληνες -και χωρίς να πάρουν γραμμή από κόμματα- διαδήλωναν με πάθος και περισσότεροι με θυμό ότι «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική» στα συλλαλητήρια που έγιναν το 1992-93 σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και σε όλο τον κόσμο. Τότε αυτό τον «εθνικισμό περιφρούρησης» υπέθαλψε και η εκκλησία, με πολλούς ιεράρχες, που έβγαζαν πύρινους λόγους και ξεσήκωναν τον κόσμο ώστε να συμμετέχει μαζικά σε συλλαλητήρια με μακεδονομάχους και αγιορείτες μοναχούς με λάβαρα και σημαίες. Και ανάλογο σκηνικό ρήξης -με την κυβέρνηση αυτή τη φορά- θα στηθεί από την εκκλησία για τις «ταυτότητες» και τη μη αναγραφή του θρησκεύματος το 2000.

   Σήμερα αν ρωτήσεις τι είναι εθνικισμός, οι περισσότεροι θα σου πουν σωβινισμός, δηλαδή υπερπατριωτισμός (από τον Ν. Chauvin, ένθερμο υποστηρικτή του Ναπολέοντα και της μεγάλης Γαλλίας) και επεκτατισμός ή φασισμός, ενώ αυτό δεν είναι ιστορικά ορθό. Τουλάχιστον στις περισσότερες περιπτώσεις. Δεν είναι όλοι οι εθνικισμοί οι ίδιοι στην ιστορία, γιατί δεν έχουν την ίδια σημασία για τους λαούς τα γεγονότα και οι εξελίξεις που αφορούν το μέλλον τους. Το πρίσμα θεώρησης των γεγονότων και η σκοπιά αλλάζει, ανάλογα με το τι υπερασπιζόμαστε ή διεκδικούμε ως έθνος και με το αν είμαστε με τους νικητές ή τους ηττημένους γιατί την ιστορία ως γνωστόν τη γράφουν πάντα οι νικητές. Και εξάλλου δεν είναι καθόλου εύκολο -αλλά ούτε και λογικό- να διαχωρίσεις την αγάπη σου για την πατρίδα απ' το έθνος, τον λαό δηλαδή γιατί πατρίδα είναι και οι άνθρωποι. "Πατρίδα είναι η συνείδηση της πατρίδας" Τζουζέπε Ματσίνι.

    Κάποιοι δέχονται ως έννοια ταυτόσημη του πατριωτισμού τον εθνισμό, την αγάπη για το έθνος δηλαδή ή έναν μετριοπαθή εθνικισμό. Ο εθνισμός για αυτούς είναι άδολος και περίπου ακίνδυνος ως "αμυντικό δόγμα" γι' αυτό και αποδεκτός εν σχέσει με τον εθνικισμό, που μπορεί να γίνεται επεκτατικός και πολιτικά επικίνδυνος για την ειρήνη και τη δημοκρατία. Η διαφορά τους είναι ότι ενώ ο εθνισμός προέρχεται από τη λέξη έθνος, ο εθνικισμός προέρχεται από τη λέξη εθνικός και περιλαμβάνει οτιδήποτε είναι εθνικό, δηλαδή και την κουλτούρα του έθνους. Παίζουμε με τις λέξεις δηλαδή αφού και το εθνικός παράγεται από το έθνος...     

    Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι κάθε εθνικισμός είναι διαφορετικός, ανάλογα με τον λαό που αναφερόμαστε, την εποχή που εκδηλώθηκε, τους σκοπούς που υπηρετούσε και τα αποτελέσματα που προκάλεσε στην ιστορία του λαού αυτού ή και των άλλων λαών που συγκρούστηκαν μαζί του. Στις δύσκολες περιστάσεις πάντως για κάθε λαό η εθνικιστική ιδεολογία έχει την τάση να αναστέλλει τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς ή κινδύνους διάσπασης και ν’ αναπτύσσει ανταγωνισμούς με άλλα έθνη, έτσι ώστε αν δεν υπάρχει ένας εχθρός πραγματικός, να επινοείται ένας υποθετικός, ώστε όλη η κοινότητα να αποκτά ενότητα και να ενισχύει την προς τα έξω επιθετικότητά της. Αυτή την κλασική μέθοδο αντιπερισπασμού ακολουθεί τους τελευταίους μήνες η Τουρκία, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του Ερντογάν τον Ιούλιο του 2016, κλιμακώνοντας τις προκλήσεις εις βάρος της Ελλάδας και στήνοντας σκηνικό έντασης και πολέμου στα νησιά του Αιγαίου. Ο Ερντογάν αν πιέζεται από το εσωτερικό του (αντιπολίτευση, αριστερούς διανοούμενους και δημοσιογράφους) ή τους Κούρδους και το PKK τότε ξεσπά απέναντι στους γείτονές του, την Ελλάδα δηλαδή ή και την υπόλοιπη Ευρώπη αν του «χαλάει τα σχέδια» και δεν του επιτρέπει σε κράτη, όπως είναι η Ολλανδία και η Γερμανία, τις προεκλογικές συγκεντρώσεις-εθνικιστικά συλλαλητήρια. Και μια και μιλάμε για το PKK δηλαδή το εργατικό κόμμα του Κουρδιστάν, ενώ για τους ίδιους τους Κούρδους είναι ένα επαναστατικό εθνικιστικό κίνημα για τη δημιουργία ανεξάρτητου Κουρδιστάν, αντίθετα για την Τουρκία, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε είναι μια τρομοκρατική οργάνωση. Είπαμε ανάλογα με το ποιος μιλάει και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί είναι και το περιεχόμενο της έννοιας του εθνικισμού. Για κάποιους είναι πατριωτισμός και κίνημα εθνικής αποκατάστασης ή εθνικής χειραφέτησης -αν δεχτούμε ότι κάθε λαός δικαιούται μια πατρίδα- και για κάποιους άλλους τρομοκρατία. Εθνικιστές οι Κούρδοι του PKK, αλλά εθνικιστές και οι "Γκρίζοι Λύκοι" στην Τουρκία. Γιαυτό λοιπόν δεν μπορούμε να βάλουμε όλους τους εθνικιστές στο ίδιο κάδρο.

* αποαποικιοποίηση: Δεν νοούνται δύο από-από στη σειρά, δεν υπάρχει ελληνική λέξη που να αρχίζει με τέτοια επανάληψη προθήματος. Πρόκειται ασφαλώς για μεταφραστική αυθαιρεσία (απόδοση εκ του decolonization) για να δηλωθεί ο αγώνας ανεξαρτησίας των διαφόρων αποικιών.

** “Δια την γεωγραφικήν αυτής θέσιν η Ελλάς είναι το κέντρον της Ευρώπης· ισταμένη και έχουσα εκ μεν δεξιών την Ανατολήν, εξ αριστερών δε την Δύσιν, προώρισται ώστε δια μεν της πτώσεως αυτής να φωτίση την Δυσιν, δια δε της αναγεννήσεως την Ανατολήν. Το πρώτον εξεπλήρωσαν οι προπάτορες ημών, το δε δεύτερον είναι εις ημάς ανατεθειμένον. Εν τω πνεύματι του όρκου τούτου και της μεγάλης ταύτης ιδέας, είδον πάντοτε τους πληρεξουσίους του Έθνους να συνέρχονται δια να αποφασίσουν ουχί πλέον περί της τύχης της Ελλάδος, αλλά περί της ελληνικής φυλής.”

 (Από ομιλία του Κωλέττη στις 14 Ιανουαρίου 1844 στη Βουλή στην οποία περιέγραψε το όραμα της «Μεγάλης Ιδέας», σύμφωνα με το οποίο τα όρια του ελληνικού κράτους έπρεπε να επεκταθούν όπου υπήρχε αλύτρωτος ελληνισμός).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου