Μίλτος Σαχτούρης: Η σκηνή
Μίλτος Σαχτούρης
Η σκηνή
Απάνω στο τραπέζι είχανε στήσει
ένα κεφάλι από πηλό
τους τοίχους τους είχαν στολίσει
με λουλούδια
απάνω στο κρεβάτι είχανε κόψει από χαρτί
δυό σώματα ερωτικά
στο πάτωμα τριγύριζαν φίδια
και πεταλούδες
ένας μεγάλος σκύλος φύλαγε
στη γωνιά
Σπάγκοι διασχίζαν το δωμάτιο απ’ όλες
τις πλευρές
δε θά ‘ταν φρόνιμο κανείς
να τους τραβήξει
ένας από τους σπάγκους έσπρωχνε τα σώματα
στον έρωτα
Η δυστυχία απ’ έξω
έγδερνε τις πόρτες
"Με το πρόσωπο στον τοίχο", 1952
Ερώτηση: Πώς ο ποιητής εικονογραφεί την ερωτική «σκηνή» αυτή και ποια πιστεύετε ότι είναι η πρόθεσή του; Ποια είναι η δική σας ερμηνεία για τα ποιητικά σύμβολα που επιλέγει για τον σκοπό αυτό; (200 λέξεις περίπου).
Το θέμα του ποιήματος είναι μια παράξενη κι απόκοσμη ερωτική σκηνή σ’ ένα δωμάτιο, ανάμεσα σε «δυό σώματα από χαρτί», δεμένα με σπάγκους, που κανείς δε θά ‘πρεπε να τραβήξει για να μην ενωθούν ερωτικά. Τα χάρτινα σώματα παραπέμπουν σε θέατρο σκιών, οι σπάγκοι σε μαριονέτες, ο έρωτας δηλαδή είναι υποκινούμενος αλλά κι απαγορευμένος, παρότι κάποιοι «είχανε στολίσει με λουλούδια» το δωμάτιο για μια υποδοχή υποτίθεται, μια συνάντηση μυστική. Την παράδοξη ερωτική σκηνή παρακολουθούν «ένα κεφάλι από πηλό» στο τραπέζι, δηλαδή ένα ντεκόρ εύθραυστο, σαν τον αδόκιμο έρωτα ή τις εφήμερες σχέσεις των ανθρώπων που θρυμματίζονται εύκολα, ενώ «στο πάτωμα τριγύριζαν φίδια και πεταλούδες», τα μεν να έρπουν, οι δε να πετούν, σε μια συνύπαρξη ανακόλουθη, τερατώδη κι ανατριχιαστική. Τα φίδια είναι αποκρουστικά, γιατί περιελίσσονται και προκαλούν την αίσθηση ασφυξίας και τρόμου, οι πεταλούδες όμως είναι αθώες ψυχές που αιωρούνται και «ο μεγάλος σκύλος στη γωνιά» παραφυλάει άγρυπνα τα σώματα σαν τον Κέρβερο στον Άδη. Όλο αυτό το θεατρικό σκηνικό παραλόγου στήνεται σε παρωχημένο χρόνο («είχανε στήσει», «είχαν στολίσει») από κάποιους έντεχνα και σκόπιμα, που δεν κατονομάζονται επίτηδες. Είναι οι άνθρωποι απ’ έξω; Είναι η μοίρα; Είναι οι θεοί; «Έξω η δυστυχία έγδερνε τις πόρτες» (εικόνα, προσωποποίηση). Ακόμα χειρότερα δηλαδή! Μέσα υπάρχει ο τρόμος, έξω ο εφιάλτης -ίσως του πιο αιματηρού πολέμου- για να φτάνει να γδέρνει και τις πόρτες. Το πρόσωπο της δυστυχίας άτεγκτο. Ο ποιητής γι’ αυτό υποβάλλει έκκληση, -άραγε σε ποιους;- «κανείς να μην τραβήξει τους σπάγκους», να μην ενωθούν ερωτικά τα ομοιώματα, γιατί τότε ο έρωτας αυτός θα ήταν προϊόν μηχανορραφίας κι εξαναγκασμού, ενώ τώρα είναι καρπός απαγορευμένος γιατί ο αληθινός έρωτας δεν ευδοκιμεί σε συνθήκες φόβου.
Παπατσίρος Απόστολος